«Κίνησε
η Γερακίνα για νερό κρύο να φέρει...», λέει το γνωστό παραδοσιακό
τραγούδι, φωτογραφίζοντας μια εποχή όχι και τόσο μακρινή, όταν κάθε
σπίτι υδροδοτούνταν από το πηγάδι ή τη βρύση του χωριού. Πραγματικά, το
τρεχούμενο νερό δεν μπήκε παρά πρόσφατα στα νοικοκυριά, φέρνοντας μαζί
του και «πολυτέλειες» τις οποίες σήμερα πλέον θεωρούμε δεδομένες, όπως
το καθημερινό ντους. Πώς λοιπόν πλένονταν οι άνθρωποι στο παρελθόν και
ποια «εργαλεία» χρησιμοποιούσαν για την προσωπική υγιεινή τους; Πώς
άλλαξε με την πάροδο του χρόνου η αντίληψή μας για την καθαριότητα;
Σύμβολο εξαγνισμού
Σε
αρκετές παραδόσεις, από το χριστιανικό βάφτισμα μέχρι το πλύσιμο των
μουσουλμάνων πριν την προσευχή, το μπάνιο αποτελεί μια ιεροτελεστία που
συνδέεται με τον εξαγνισμό. Η σύνδεση της ηθικής αγνότητας με την
καθαριότητα του σώματος έχει μελετηθεί και από ψυχολόγους. Όπως εξηγεί ο
Τσεν-Μπο Τζονγκ από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο, «το βλέπουμε και στη
σαιξπηρική τραγωδία Μάκβεθ,
όπου η Λαίδη Μάκβεθ, αφού πείθει το σύζυγό της να γίνει δολοφόνος,
προσπαθεί να ξεπλύνει τα χέρια της από φανταστικές κηλίδες αίματος.
Όποιος νιώθει λοιπόν ηθικά “βρόμικος”, έχει την ανάγκη να καθαριστεί
σωματικά».
Αυτό
απέδειξε και ένα πείραμα, στο οποίο ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να
θυμηθούν κάποιες πράξεις για τις οποίες δεν ήταν ιδιαίτερα περήφανοι:
για παράδειγμα, ένα ψέμα που είχαν πει σε κάποιο φίλο τους. Κάθε φορά
που έκαναν σκέψεις που βασάνιζαν την ηθική τους συνείδηση ένιωθαν την
ανάγκη να πλυθούν. Μάλιστα, στο τέλος της έρευνας, επέλεγαν πιο συχνά
αντικείμενα τα οποία συνδέονται με την καθαριότητα, όπως χαρτομάντιλα.
Πραγματικά,
το πλύσιμο δίνει σε κάποιον την εντύπωση ότι «καθαρίζεται» από τις
αμαρτίες του. Σε άλλη έρευνα, οι συμμετέχοντες, την ώρα που ανακαλούσαν
στη μνήμη τους διάφορα σφάλματά τους, είχαν τη δυνατότητα να πλυθούν.
Στη συνέχεια, κλήθηκαν να βοηθήσουν ένα άτομο που βρισκόταν σε δύσκολη
θέση. Εκείνοι που προηγουμένως είχαν πλυθεί, δεν ένιωσαν την ανάγκη να
αντισταθμίσουν το σφάλμα τους με μια καλή πράξη.
Στην μπανιέρα δυο-δυο
Σήμερα
συνδέουμε το μπάνιο με την καθαριότητα, το θεωρούμε απαραίτητο για την
καθημερινή υγιεινή μας. Ωστόσο, στο πέρασμα των αιώνων το έχουμε
αντιμετωπίσει πολύ διαφορετικά: από ευκαιρία για κοινωνικές
συναναστροφές μέχρι κίνδυνο για την υγεία μας. Από τη Μινωική εποχή
ακόμα υπήρχαν στα ανάκτορα εγκαταστάσεις υγιεινής. Γύρω στον 5ο αι.
π.Χ., συναντάμε στην αρχαία Ελλάδα ιδιωτικά λουτρά σε κατοικίες, αλλά
και δημόσια, τα οποία συχνά συνδυάζονταν με αθλητικές εγκαταστάσεις και
παλαίστρες. Με την πάροδο του χρόνου, τα δημόσια λουτρά εξελίχτηκαν
εντυπωσιακά: είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρκαδική Γορτυνία βρέθηκε ένα
λουτρό ελληνιστικής εποχής το οποίο διέθετε σύστημα θέρμανσης, με ζεστό
αέρα που κυκλοφορούσε κάτω από το δάπεδο.
Η
ρωμαϊκή εκδοχή των λουτρών, οι θέρμες, πήραν γιγάντιες διαστάσεις.
Αποτελούσαν τα... σπα της εποχής, όπου ο κόσμος συναντιόταν, έκανε το
μπάνιο του αλλά και γυμναστική. Οι θέρμες κληροδοτήθηκαν και στο
Βυζάντιο, ωστόσο η Εκκλησία διαχώρισε τους χώρους λουτρού αντρών και
γυναικών, προκειμένου να μη δημιουργούνται «σκάνδαλα».
Δε
συνέβη όμως το ίδιο και στη Δύση. «Κατά το Μεσαίωνα, τα δημόσια λουτρά
συνδέονταν με την ηδονή και τα όργια –πολλά είχαν γίνει πραγματικοί
οίκοι ανοχής. Το πλύσιμο δεν ήταν πλέον ο βασικός σκοπός των λουόμενων»,
γράφει ο Πάολο Σορτσινέλι, συγγραφέας του βιβλίου Κοινωνική ιστορία του νερού.
Κατά τη διάρκεια των γιορτών, οι πλούσιοι ζητούσαν να τους ετοιμάσουν
την μπανιέρα για να κάνουν μπάνιο. Συχνά μάλιστα, την ώρα που έπαιρναν
το λουτρό τους ανά ζεύγη, απολάμβαναν και το γεύμα τους.
Το κακό εισχωρεί από τους πόρους...
Με
το κλείσιμο των δημοσίων λουτρών, τα οποία θεωρήθηκαν χώροι αμαρτίας,
γεννήθηκε ένας φόβος για το νερό, ο οποίος εξόρισε το μπάνιο από την
προσωπική υγιεινή. Μάλιστα, την περίοδο της μεγάλης πανώλης κατέληξαν να
πιστεύουν ότι το νερό διαπερνούσε τους πόρους και γέμιζε το σώμα με
«βρόμικο αέρα». Το μπάνιο θεωρούνταν πηγή μόλυνσης, επικίνδυνο,
καταστροφικό... Από το 17ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 18ου, ο κόσμος
σταμάτησε να πλένεται. Καθαριζόταν χωρίς νερό, απλώς άλλαζε εσώρουχα: η
καθαριότητα ταυτίστηκε με... τους μύκητες.
Η
νοοτροπία σχετικά με το πλύσιμο άρχισε να αλλάζει το 18ο αιώνα. Στη
Γαλλία έκανε την εμφάνισή του ο μπιντές, ο οποίος αρχικά χρησιμοποιήθηκε
από τις γυναίκες της αριστοκρατίας, για να διαδοθεί στη συνέχεια και
στον υπόλοιπο πληθυσμό. Ωστόσο, το πλύσιμο των απόκρυφων σημείων
θεωρούνταν ότι δεν άρμοζε στις «καθωσπρέπει κυρίες»: αντιμετωπιζόταν ως
συνήθεια που είχαν οι πόρνες, στην οποία κατέφευγαν μετά την ερωτική
πράξη επειδή πίστευαν ότι λειτουργούσε ως αντισυλληπτική μέθοδος. Η
Εκκλησία, από την άλλη, θεωρούσε αμαρτία να αγγίζει κάποιος το σώμα του,
ακόμη και για να πλυθεί.
Από
το 18ο αιώνα οι μπανιέρες επέστρεψαν στα σπίτια –αρχικά στα
αριστοκρατικά. Η αντίληψη σχετικά με τη μυρωδιά του σώματος άλλαξε, και η
απλυσιά θεωρήθηκε δύσοσμη. Μαζί με το μπάνιο επέστρεψε και η προσωπική
υγιεινή, η οποία άρχισε να αντιμετωπίζεται ως μέσο προστασίας από τις
ασθένειες και απαραίτητη προϋπόθεση για την υγεία. Έτσι, το 1800, το
νερό «αναλαμβάνει» ένα καινούριο καθήκον: να απομακρύνει τα μικρόβια.
Όπως γράφει μια εφημερίδα στα τέλη του 19ου αιώνα, «τα τακτικά λουτρά
αποτελούν ένα από τα καλύτερα απολυμαντικά».
Παράδοση κατ’ οίκον
Όμως,
το μπάνιο παρέμενε προνόμιο για λίγους: δεν ήταν εύκολο να εφοδιάζονται
τα σπίτια με νερό. Η υδροδότηση ξεκίνησε σιγά-σιγά στα τέλη του 19ου
αιώνα, αρχικά στα αστικά νοικοκυριά. Εξακολουθούσε όμως να θεωρείται
πολυτέλεια, ακόμα και στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις.
Δεν
αρκούσε, όμως, να γεμίσει κάποιος την μπανιέρα ή να επισκεφτεί τα
δημόσια λουτρά. Γιατί, παρόλο που γύρω στο ’20 αρκετοί αστοί ήδη
διέθεταν νερό, σε κάποιες περιοχές έπρεπε να περιμένουν μέχρι τη
δεκαετία του ’70 για να αποκτήσουν τα σπίτια τρεχούμενο νερό. Το 19ο
αιώνα, όταν δεν υπήρχε ακόμα τρεχούμενο νερό, το μπάνιο ήταν «κινητό».
Χρησιμοποιούσαν σκάφες και λεκάνες, τις οποίες γέμιζαν με κουβάδες. Τα
είδη υγιεινής ποίκιλλαν, από τσίγκινες λεκάνες, με σμάλτο ή χωρίς, μέχρι
χάλκινα μοντέλα και ξύλινες σκάφες. Κάποιοι νοίκιαζαν τον εξοπλισμό από
εταιρείες, οι οποίες παρέδιδαν τις μπανιέρες... κατ’ οίκον. Έκαναν
μπάνιο στο πιο ζεστό σημείο του δωματίου τους, πλάι στο τζάκι.
Με
την έλευση του τρεχούμενου νερού, ένα ολόκληρο δωμάτιο του σπιτιού
αφιερώθηκε στα είδη υγιεινής, τα οποία έγιναν πλέον σταθερά. Για
παράδειγμα, ο νιπτήρας, ενώ πριν αποτελούσε απλώς ένα τραπέζι όπου
ακουμπούσαν λεκάνες και κανάτες, έγινε γούρνα με βρύση, στερεωμένη στον
τοίχο. Από το 1880 λανσαρίστηκαν και μπανιέρες από επισμαλτωμένο
χυτοσίδηρο, οι οποίες στηρίζονταν σε ποδαράκια και ακουμπούσαν συνήθως
σε τοίχο. Γύρω στο 1910, εμφανίστηκαν κεραμικοί νιπτήρες, μπιντέδες και WC,
ενώ οι μπανιέρες, που ήταν πιο μεγάλες, εξακολουθούσαν να φτιάχνονται
από χυτοσίδηρο. Ο χυτοσίδηρος και ο πηλός χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα
στα είδη υγιεινής, ωστόσο η ποικιλία των υλικών έχει πλέον εμπλουτιστεί
με νέες επιλογές, όπως η πορσελάνη και τo ανοξείδωτο ατσάλι.
Η θερμοκρασία ανεβαίνει
Το
ζεστό νερό έκανε πιο ευχάριστη τη διαδικασία του μπάνιου. Γύρω στα
1900, οι θερμοσίφωνες τοποθετούνταν συνήθως πάνω από την μπανιέρα και
λειτουργούσαν με γκάζι. Όταν τα είδη υγιεινής πήραν τη σημερινή μορφή
τους, εμφανίστηκαν βρύσες με μια στρόφιγγα, οι οποίες αναμείγνυαν ζεστό
και κρύο τρεχούμενο νερό. Μετά τη διάδοση της θερμομεικτικής μπαταρίας,
οι βρύσες μάς έδωσαν πλέον τη δυνατότητα να ρυθμίζουμε την αναλογία του
κρύου και του ζεστού νερού σε κάθε ροή και, με τη θερμοστατική μπαταρία
–η οποία δεν είναι τόσο διαδεδομένη στην Ελλάδα–, όταν εντοπίζουμε την
επιθυμητή θερμοκρασία του νερού, να τη διατηρούμε κατά τη διάρκεια του
λουτρού.
Γρήγορα ναι, πρόχειρα όχι
Στα
μέσα του 19ου αιώνα εφευρέθηκε και μια νέα μέθοδος πλυσίματος, η οποία
απαιτούσε λιγότερο χρόνο και νερό: το ντους. Οι ντουζιέρες αρχικά
τοποθετήθηκαν σε στρατώνες, φυλακές και σχολές. «Υπήρχαν όμως και άλλες
εκδοχές ειδών υγιεινής, πιο ασυνήθιστες. Όπως κατασκευές με μικρές
δεξαμενές: στηρίζονταν σε ποδαράκια, ενώ το νερό άρχιζε να τρέχει με το
τράβηγμα μιας αλυσίδας. Η δεξαμενή ξαναγέμιζε με μια χειροκίνητη
αντλία», περιγράφει ο Φίλιπ Γκρόχε, της Hansgrohe,
εταιρείας ειδών υγιεινής που έχει ανοίξει στη Γερμανία ένα μουσείο
αφιερωμένο στην ιστορία του νερού και του μπάνιου. Και συμπληρώνει: «Ένα
άλλο σύστημα ήταν η ντουζιέρα-δαχτυλίδι: την ακουμπούσε κάποιος στους
ώμους του και το νερό έτρεχε στο σώμα του μέσω ενός σωλήνα».
Σφουγγάρια και εκτοξευτήρες
Στη
συνέχεια, το ντους ενσωματώθηκε στην μπανιέρα. Με την επιμήκυνση των
σωληνώσεων, δημιουργήθηκαν κατακόρυφες κατασκευές στην άκρη της
μπανιέρας. Στα μικρότερα μπάνια, όπου υπήρχε έλλειψη χώρου, άρχισαν να
τοποθετούνται μόνο καμπίνες ντους αντί για μπανιέρες. Επίσης, έκαναν την
εμφάνισή τους τα τηλέφωνα ντους. Με τη βοήθειά τους, οι χρήστες
μπορούσαν να κατευθύνουν το νερό στα σημεία του σώματος που ήθελαν, αλλά
και να ξεπλύνουν την μπανιέρα. Όταν τελείωναν το ντους, κρεμούσαν το
τηλέφωνο σε ένα γάντζο. «Στις αρχές του 1950, λανσάραμε στην αγορά ένα
σύστημα με μπάρα όπου ο χρήστης μπορούσε να στερεώσει το τηλέφωνο στο
ύψος του τοίχου που τον βόλευε».
Φυσικά
η μεγαλύτερη καινοτομία της εποχής μας είναι οι καμπίνες υδρομασάζ, οι
οποίες εμφανίστηκαν στα τέλη του ’60 για να διαδοθούν περισσότερο τη
δεκαετία του ’80. Αρχικά εξελίχθηκε η τεχνολογία των εκτοξευτήρων:
κατασκευάστηκαν διάφορα είδη για υδρομασάζ, ενώ αναπτύχθηκαν και
συστήματα καθαρισμού από τα άλατα.
Σήμερα μπορεί να βρει κάποιος στην
αγορά υδρομασάζ με ολοένα και μεγαλύτερους εκτοξευτήρες, οι οποίοι
δημιουργούν την ψευδαίσθηση της βροχής.
Τα
σύγχρονα είδη υγιεινής, λοιπόν, δεν έχουν αποκλειστικό στόχο την
καθαριότητα. Μετατρέπονται σε πραγματικές πηγές ευεξίας, που διαθέτουν
τα πάντα: χάι τεκ σχεδιασμό, πλάγιους εκτοξευτήρες, ανατομικά καθίσματα,
ακόμη και στερεοφωνικό σύστημα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου